Κυριακή 22 Οκτωβρίου 2017

Το εξαίσιον πνεύμα του Ντίνου Χριστιανόπουλου



Το εξαίσιον πνεύμα του Ντίνου Χριστιανόπουλου
Παντελής Γιαννακόπουλος
    Στο φιλικό και κολακευτικό συνάμα αίτημα του δημοσιογράφου Γιάννη Καμπούρη να εκφέρω τη γνώμη μου για τον πολλαπλώς επώνυμο Ντίνο Χριστιανόπουλο(Ν.Χ.), ανταποκρίθηκα με χαρά, αν και προς στιγμή δίστασα. Το να κληθεί κανείς να γράψει για τον σπουδαίο ποιητή, είναι εκ των πραγμάτων μια δύσκολη ιστορία, κυρίως λόγω της πολυσχιδούς και πολύπτυχης προσωπικότητας του ανθρώπου. Αν είχα ικανό χρονικό περιθώριο μπροστά μου, θα προσπαθούσα να ετοιμάσω ένα κείμενο αντάξιο της φήμης του ποιητή, που έστω και ελλειμματικά θα φιλοδοξούσε να χαράξει το εύρος της πνευματικής του εμβέλειας, που σημάδεψε τελεσιδίκως την λογοτεχνική πορεία -και ίσως όχι μόνον- της  μεταπολεμικής Θεσσαλονίκης.  
    Ο Ντίνος όπως προσφυώς πολλοί τον αποκαλούν, κομπάζοντες ασυστόλως που τους δίδεται το δικαίωμα να τον προσφωνούν με το μικρό του, αγνοούν προφανώς τους άλλους, τους περισσότερο προνομιούχους· αυτούς που έχουν την χαρά να φυλάττουν επιμελώς -ως ενθύμιον υψηλής φιλίας- τις ιδιοχείρως γραμμένες σε επιστολόχαρτα 15Χ20 εκατοστά απόψεις του -πάντα με μικρά κομψά γράμματα- για κάποιο κείμενό τους που με ευχαρίστηση δέχθηκε να σχολιάσει και τους λοιπούς τυχερούς  που καυχώνται ότι ο ποιητής ευδόκησε να φωτογραφηθεί, να αστειευθεί ή να γευματίσει μαζί τους.
    Ο Χριστιανόπουλος για όλους τους Έλληνες είναι ο ευπατρίδη του γραπτού και προφορικού λόγου, της λάγαρης σκέψης και του βαθέως στοχασμού, της λιτής έκφρασης και των κοντινών οριζόντων. Πόσο εύκολο είναι να περιγράψεις έναν άνθρωπο με εντυπωσιακή εκφραστική τόλμη; Πώς να διερμηνεύσεις (αποκρυπτογραφήσεις, αν προτιμάς) την υπαινικτική γραφή του; Πώς να καταμετρήσεις τον ατίμητο πνευματικό θησαυρό που μας κληροδοτεί;  Προσωπικά, εγώ ο αδαής, φοβούμαι πως μόνο ασύμπτωτες και ημιτελείς σκέψεις μου για εκείνον (και τις πράξεις) του θα μπορούσα να συμπεριλάβω  σε συλλογικές προαποτυπώσεις με γραφιάδες της… μεσοχώρας.
    Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη ο Χριστιανόπουλος έβαλε τη δική του σφραγίδα στην σύγχρονη πνευματική και λογοτεχνική ζωή πόλης, αφού υπήρξε ένας πολυβραβευμένος ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, ερευνητής και βιβλιοκριτικός. Μετέφερε (εξέφρασε, αν προτιμάτε) με τους στίχους του την τραυματισμένη (σακατεμένη, αν προτιμάτε) μεταπολεμική ελληνική κοινωνία  σε χώρους συνειδησιακής ισορροπίας όπου, αντικατέστησε τη νοσηρή συμπερασματική πρόταση με την ελευθεριότητα του πολυπρόσωπου επιτρεπτού παντός χώρου και καιρού που όμως δεν ενοχλεί τον πλησίον του.
    Πάντως, το δέλεαρ της συμμετοχής σε τημ επωνύμων που φιλοδοξεί να απεικονίσει όσο γίνεται πληρέστερα και εν συντομία την πνευματική ουσία ενός διανοητή με υψηλό επίπεδο αναγνωρισιμότητας, αποτελεί σαφώς και κατηγορηματικώς μια ενδιαφέρουσα εμπειρία, που αποτρέπει κάθε σκέψη άρνησης της προσφοράς, αφού είναι πολύ πιθανό κάποιοι να σου προσάψουν τον χαρακτηρισμό ρίψασπις (ευπτόητος ή λιποτάκτης, αν προτιμάτε). Από την άλλη, αυτό που θα αποτυπωθεί στο χαρτί, απαγορεύεται να γίνει στο πόδι. Γνωρίζω καλά την απέχθειά του ποιητή προς την προχειρότητα, γι’ αυτό και είναι φρόνιμο να αποφεύγει κανείς το κάθε είδους αλισβερίσι μαζί του, αν υπερτερεί το στοιχείο της αφροντισιάς και της προχειρότητας.
    Με πολλά από τα κείμενα που έχω αναγνώσει και αναφέρονται στερεότυπα στην… ιδιορρυθμία, την ιδιοτυπία ή ιδιοπροσωπία του Χριστιανόπουλου δεν συμφωνώ και δεν μου καίγεται καρφί αν κάποιοι βάλλουν τις φωνές: Η λιτή έκφραση π.χ. που επιμένουν ότι τον χαρακτηρίζει, η  εξομολογητική ανάγκη, τα μυστηριώδη σοκάκια από τα οποία διέρχεται ο ποιητής, τα πριβέ δωμάτια στα οποία συχνάζει και… ων ουκ εστιν αριθμός μη ηχηρών παρομοίων, είναι παρεμβάσεις για μεγάλα παιδιά ή παραμύθια της Χαλιμάς για μεγαλύτερα.
    Ο Χριστιανόπουλος αρνείται το παιχνίδι με τους αναζητώντες εναγωνίως την αιτιώδη ελληνική παθογένεια (ή τα αίτια της Ελληνομάθειας, αν προτιμάτε) στο ελκυστικό πράγματι έργο του, γιατί πράγματι δεν υπάρχουν. Εκνευρισμένος ενίοτε από τους μη κατανοούντες τα αυτονόητα, αντιπαρατάσσεται στα σαθρά τους επιχειρήματα με τον αμάχητο λόγο του, που αυτομάτως ανασυντάσσει και εντονώνει την εικόνα υπεροχής που αποδεδειγμένα διαθέτει. Πρόκειται συνεπώς για μια τακτική αμύνης και μόνον, που υλοποιείται στο υψηλότερο σημείο της καμπύλης αντίδρασης, με την επιστράτευση συνωνύμων φράσεων και λιγότερο λέξεων, θα υποστήριζα αδοκίμως.
    Διάβασα ακόμη και για τις πρωτοκλασάτες επιρροές των Elliot, Auden και Καβάφη στο έργο του. Όχι! διαφωνώ και με αυτούς οριζοντίως και καθέτως. Ο Ν.Χ. είναι μοναδικός. Αδικείται όταν συγκρίνεται -σκοπίμως μάλιστα τούτο πράττεται συστηματικώς από τους πολεμίους του- με μεγάλα ονόματα της ποίησης. Του δίνουν έναν τεράστιο χώρο για να αναμετρηθεί με τους κορυφαίους ομολόγους του. Μέχρι όμως να εγκαταστήσει και διαχειρισθεί τον τελικό πνευματικό του πύργο, μοιραία θα φαντάζει μικρότερος από τους άλλους. Ο Ν.Χ. είναι απολύτως αυτοδύναμος πνευματικά, καθώς η ζείδωρη ουσία του εγκεφάλου του ανανεώνει συνεχώς την ικανότητά του να παράγει έργο πνευματικό χρήσιμο για κάθε άνθρωπο. Αυτός ο άνθρωπος που αντιτάχθηκε στο θεσμό των βραβείων, που εξαγίασε με τον ασκητικό τρόπο ζωής του τις προσωπικές του παρεκκλίσεις, που φώτισε με τον αψεγάδιαστο λόγο του τις σκοτεινές γωνιές του ανθρώπινου νου και διαφώτισε Έλληνες και ξένους για θέματα ιστορικά, γεωγραφικά, φιλολογικά, αισθητικά, αρχαιολογικά, θρησκειολογικά κ.λπ., ασφαλώς αξίζει να καταλάβει μια θέση μεταξύ των αθανάτων της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά και μια ανανεούμενη εις το διηνεκές θέση στις καρδιές όλων των Ελλήνων.
    Κάπου διάβασα ότι ο Ντίνος Χριστιανόπουλος κατάφερε ίσως το πιο σημαντικό απ’ όλα: να κατακτήσει το κοινό χωρίς να επιδιώκει ο ίδιος την προβολή. Ίσως επειδή και η ποίησή του και η καθημερινότητά του έφεραν στο φως το μικρόκοσμο του νεοέλληνα. Υπαινιγμοί και εύστοχη ειρωνεία, μελαγχολία, ανεκπλήρωτες επιθυμίες, λαϊκές γειτονιές, ρεμπέτικο. Ίσως επειδή με τις εμμονές και τις αντιφάσεις του είναι ένας από εμάς... Kαι πάλι όχι. Ο Ν.Χ. δεν είναι κάποιος από εμάς. Εμείς έχουμε κάτι από εκείνον. Εκείνος είναι η αστείρευτη πηγή πληροφοριών, νέων ιδεών, ρηξικέλευθων προτάσεων και λύσεων. Το επίσημο κράτος έπρεπε να εκτιμήσει τον μοναχικό τρόπο ζωής που επέλεξε, τον λακωνικό τρόπο που εξέφρασε τις αγωνίες και τους προβληματισμούς του, την αποκήρυξη της κεκαλυμμένης επαιτείας που ήθελαν να του επιβάλουν,  την απολύτως φιλελεύθερη ιδιοσυγκρασία του, το αδούλωτο πνεύμα του, την πλεονάζουσα φιλαλληλία του γι’ αυτούς που την επιζητούν, την υπερηφάνειά του. Έπρεπε να τον περιβάλει  με στοργή, με  κοινωνική του ευαισθησία, αλλά και με την κατανόηση και την τρυφερότητα που επαγγέλλεται . Κρατώντας ακμαίο για λογαριασμό των νεοελλήνων ένα από τα καθαρότερα μυαλά και συνάμα έναν από τους τελευταίους ευπατρίδες της πτωχής χώρας μας, σίγουρα κάποιες μεταλλάξεις στο DNA του Έλληνα θα βραδύνουν να εμφανισθούν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου